27 Νοεμβρίου του 1940. Οι Έλληνες φαντάροι του 40ου Συντάγματος Ευζώνων ξεκίνησαν από την Καστάνιανη, πέρασαν την Κοσοβίτσα προς την Πέπελη και το βραδάκι έφθασαν στην Αγία Παρασκευή του Βοδίνου. Έπρεπε πάση θυσία να πιάσουν τον λόφο στρατηγικής σημασίας (λόφος που λέγεται και μπαλκόνι της Δρόπολης), για να ελέγχουν τις κινήσεις των Ιταλών προς πάσα κατεύθυνση και να καθορίζουν συντεταγμένες για το πυροβολικό τους. Αφού πρωτίστως τους προαπάντησε η δημογεροντία του χωριού προτίμησαν να μη μοιραστούνε στα σπίτια αλλά για τυχών απρόοπτα να στρατοπεδεύσουν στην εκκλησία.
Σαν να προμάντευαν το κακό. Την ίδια νύχτα Ιταλικός λόχος, που φαίνεται είχε παρακολουθήσει τις κινήσεις τους, μέσα από την Κλεισούρα στα βόρεια του χωριού ανηφόρησε στην αθέατη πλευρά του λόφου και στρατοπέδευσε περίπου 200 μ. απέναντι της εκκλησίας, κεκαλυμμένος από μαντρότοιχο, απόμερα του χωριού και καμουφλαρισμένος από πυκνή βλάστηση.
28 του Νοέμβρη. Ξημερώνοντας, ριπές από πολυβόλα και τουφεκιές προς την εκκλησία, ανταπάντηση από τους Έλληνες που αιφνιδιάσθηκαν και το τουφεκίδι άναψε για καλά. Ελιγμοί από τους Έλληνες και μετά αρκετού χρόνου φθάσανε στον μαντρότοιχο, τώρα αντιμέτωποι με τους Ιταλούς. Τρεις οι πεσόντες εκ μέρους των Ελλήνων. Ο Ιωάννης Μπουραντάς από το Κομπότι Άρτας, ο Χρήστος Στάμου από τα Άγναντα και ο Στέφανος Γραβιάς από τον Καταρράχτη. Τρεις σκοτωμένους άφησαν πίσω τους και οι Ιταλοί αφού τράπηκαν σε άτακτη φυγή.
Οι πεσόντες ενταφιάστηκαν στην δυτική πλευρά της εκκλησίας με όλες τις τιμές και κατ’ εντολή του Έλληνα αξιωματικού οι χωριανοί ενταφίασαν και τους Ιταλούς στην τοποθεσία που είχαν σκοτωθεί. Μετά από σχεδόν μήνα που οι Εύζωνοι απομακρύνθηκαν από το χωριό οι χωριανοί τίμησαν τους πεσόντες με λιθόκτιστο τάφο και σκαλιστά τα ονόματα τους. Από τις Βοδινιώτισες μανάδες ποτέ δεν τους έλειψε το μοιρολόγι όταν κλαίγανε τους δικούς τους, τα κεριά, τα τρισάγια, τα μνημόσυνα σ’ επετείους, σαν να ανέμεναν να αναστηθούν όπως και ο θρύλος για τον «μαρμαρωμένο βασιλιά». Αυτό μέχρι το 1967 που καταργήθηκε η θρησκεία, καθώς μετά «Θεός φυλάξει».
Ήρθε όμως το 1990 και η ψυχή του Βορειοηπειρώτη ευαίσθητη. Έγινε ξανά ο γκρεμισμένος τάφος με χρήματα του κατοικούντα στην Αθήνα Μιχάλη Λαχανά, διακοσμήθηκε με μπρούτζινο σταυρό και καντήλα, γράφηκαν ξανά τα ονόματα των πεσόντων. Παράλληλα από το 1995 με άρθρα στην εφημερίδα «ΣΕΛΛΑΔΙΤΙΚΑ ΝΕΑ» (μετοίκων στην Αθήνα από τους Σελλάδες Κομποτίου) άρχισε και η αναζήτηση της ταυτότητας τους, ενδιαφέρον στο Υπουργείο Αμύνης όπου βρέθηκαν τα στοιχεία τους, αλλά η επίσημη πολιτεία στου «κουφού την πόρτα».
Προσφέρθηκε όμως ανεψιός, φέρων και το όνομα, του πεσόντα Μπουραντά από το Κομπότι, ο οποίος σαν να γαλήνεψε τις ψυχές τους. Ανέβηκε στο Βοδίνο το 2009, αντικατέστησε τον τάφο με ολόκληρο σκαλιστό μνημείο και στις 28 του Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς (ημέρα μνήμης του σκοτωμού των πεσόντων) οργάνωσε μια ανεπανάληπτη τελετή, όντας παρών οι ανώτεροι πολιτικοί και θρησκευτικοί άρχοντες της Άρτας και της ιδιαίτερης πατρίδας των πεσόντων, της προξενικής αρχής και της Ιεράς Μητρόπολης Αργυροκάστρου, παρών και πλήθος κόσμου από το Βοδίνο και τα περίχωρα. Τελετή μνήμης που οι Βοδινιώτες και οι συγγενείς των πεσόντων την επαναλαμβάνουν κάθε χρόνο στις 28 του Νοέμβρη.
Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής του Βοδίνου και ο μνημιακός τάφος των Αρτινών πεσόντων.
Είπα πιο πάνω «σαν να γαλήνεψαν οι ψυχές τους» επειδή η έρευνα δεν ολοκληρώθηκε. Ακριβώς πίσω από την εκκλησία μένουν ενταφιασμένα τα οστά ενός άλλου πεσόντα, του Δημήτρη Τσίχλα που όντας τραυματισμένος σε άλλο πεδίο μαχών μεταφέρθηκε και ξεψύχησε στο Βοδίνο. Δυστυχώς τα ίχνη του τάφου δεν εξερευνήθηκαν και η επίσημη πολιτεία κωφεύει. Όπως κωφεύει εδώ και 75 χρόνια για την εύρεση των οστών των περίπου 10.000 φαντάρων που ανεμοδέρνονται στα βουνά και τους λόφους της Βορείου Ηπείρου.
Ως ευαίσθητοι Βορειοηπειρώτες για την αναγνώριση των θυσιών υπέρ πατρίδας δικαιούμαστε να κρίνουμε τις προηγούμενες κυβερνήσεις για το ότι διαχρονικά δεν έπραξαν το χρέος τους. Ας ελπίσουμε ότι θα το πράξει η σημερινή κυβέρνηση.
Αιωνία η μνήμη των Ελλήνων φαντάρων που έπεσαν πολεμώντας ηρωικά στο Βοδίνο της Πάνω Δρόπολης.