Κατά τρόπο, μάλιστα, άκομψο συνδέει τα δύο θέματα με την
περισυλλογή των νεκρών που έπεσαν κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο σε αλβανικά εδάφη, δηλώνοντας ότι «πρέπει να τερματίσει ο πόλεμος, προκειμένου να ξεκινήσουν όλες οι άλλες διεργασίες». Ακόμη, μιλώντας για τις σχέσεις των δύο γειτονικών χωρών, δήλωσε ότι πρέπει να υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός «ο ένας στον άλλον, στις συνταγματικές παραδόσεις και, φυσικά, να τηρούν τα πρότυπα που έχουν ως έμπνευση το διεθνές δίκαιο».
Σε όσα δήλωσε ο Υπουργός των Εξωτερικών της Αλβανίας απαντούμε ως εξής:
1. Το θέμα των Δωσίλογων Τσάμηδων της Θεσπρωτίας. Το ζήτημα αναζωπυρώθηκε τελευταία ως αντιπερισπασμός και αντίβαρο στο Βορειοηπειρωτικό πρόβλημα. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών ο δικτάτορας Πάγκαλος αποδέχτηκε την παραμονή των μουσουλμάνων Τσάμηδων στη Θεσπρωτία. Από τότε η Αλβανία κατέστη κηδεμόνας των Τσάμηδων και καλλιεργεί μεταξύ τους αλβανική συνείδηση.
Το θέμα των Τσάμηδων το εκμεταλλεύτηκε ο ιταλικός και γερμανικός στρατός Κατοχής στρέφοντάς τους εναντίον των Ελλήνων της Θεσπρωτίας. Έγινε άγρια εκμετάλλευση του θέματος.
Οι Ιταλοί και οι Αλβανοί συμφωνούν απόλυτα και σχεδιάζουν τους ρόλους που θα παίξουν οι Τσάμηδες στην Ήπειρο, ρόλος που αποκαλύφτηκε με την έκρηξη του Δευτέρου Μεγάλου Πολέμου, στα χρόνια της Κατοχής.
Οι Τσάμηδες συμμάχησαν με Γερμανούς και Ιταλούς και διέπραξαν αποτρόπαια εγκλήματα στην περιοχή. Η Θεσπρωτία υπέφερε. Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1943 εκτελούν απροσχημάτιστα 49 προκρίτους της Παραμυθιάς. Περισσότερες από 1.000 δολοφονίες και εκτελέσεις, 3.000 πυρπολήσεις σπιτιών. Μετά την κατάρρευση της Ιταλίας το 1943 οι Αλβανοί συνεχίζουν το εγκληματικό τους έργο εις βάρος των Ελλήνων, συνεργαζόμενοι με τους Γερμανούς.
Η φυγή τους ήταν αποτέλεσμα των εγκληματικών τους πράξεων. Έφυγαν για να αποφύγουν τη δίκαιη τιμωρία τους. Με το τέλος του πολέμου το Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων Ιωαννίνων, με απόφασή του καταδίκασε ερήμην Τσάμηδες, αρκετούς με την ποινή του θανάτου.
Οι Τσάμηδες, εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, έχουν καταδικαστεί από την ιστορία. Κάθε άλλη άποψη αποτελεί ιστορική παραχάραξη και διαστρέβλωση της αλήθειας.
2. Η Εθνική Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία. Η Ελληνική Μειονότητα που ζει στην αλβανική επικράτεια βιώνει καθημερινά την αβεβαιότητα σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Ζουν οι Έλληνες μειονοτικοί στη γη τους που είναι ζυμωμένη με αίμα, με δάκρυα και ιδρώτα. Και σήμερα, δυστυχώς, στα χρόνια του «πλουραλισμού» και της «δημοκρατίας» οι Βορειοηπειρώτες καταδυναστεύονται και ζουν με το φόβο για τη ζωή τους.
Γνωρίζει, ασφαλώς, η αλβανική κυβέρνηση ότι οι μειονότητες κατά το Διεθνές Δίκαιο αποτελεούν αντικείμενο ειδικής προστασίας. Η μειονότητα είναι πληθυσμιακή ομάδα που συνδέεται με συγκεκριμένη εδαφική περιοχή και βρίσκεται σε φυλετική, γλωσσική ή και θρησκευτική αντίθεση προς την υπέρτερη αριθμητικώς ομάδα του κράτους στο οποίο, από διάφορους λόγους, υπήχθησαν και ενσωματώθηκαν.
Οι συνθήκες των ετών 1919 και 1920 προέβλεπαν πλήρη ισότητα δικαιωμάτων, καθώς και τη διατήρηση του εθνικού χαρακτήρα των παραδόσεων και της φυλετικής φυσιογνωμίας των μειονοτικών πληθυσμών. Η τήρηση των μειονοτικών δικαιωμάτων είχε τεθεί υπό τον έλεγχο της ΚτΕ (Κοινωνία των Εθνών).
Μετά το 1945 τα προβλήματα στον μειονοτικό τομέα απλουστεύθηκαν και τέθηκαν υπό τον έλεγχο του ΟΗΕ (Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών).
Το θέμα με τους Έλληνες που ζουν στην Αλβανία είναι ζήτημα απόδοσης όλων των μειονοτικών δικαιωμάτων και, επομένως, θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ας εφαρμόσουν λοιπόν οι Αλβανοί τις διεθνείς συνθήκες για τις μειονότητες, χωρίς υπεκφυγές και κουτοπονηριές και να είναι βέβαιοι ότι οι Έλληνες, Αλβανοί πολίτες, με τρόπους που καλά γνωρίζουν, θα συνδράμουν και θα βοηθήσουν στην οικονομική, πολιτική, πολιτιστική και άλλη ανάπτυξη της χώρας.
Είναι καιρός οι Αλβανοί ηγέτες να αποδώσουν στους Βορειοηπειρώτες τα διεθνώς κατοχυρωμένα μειονοτικά δικαιώματα, καθώς και εκείνα που δικαιούνται ως Αλβανοί πολίτες.
3. Το εμπόλεμο και η ταφή των νεκρών: Η περίπτωση του εμπολέμου και εκείνη των νεκρών Ελλήνων που έπεσαν στον ελληνοϊταλικό πόλεμο είναι δύο γεγονότα ασύνδετα και τελείως διαφορετικά. Άλλη η περίπτωση της κατάργησης του εμπολέμου από την Ελλάδα και άλλη η περισυλλογή και ταφή των νεκρών. Η περισυλλογή και ταφή των Ελλήνων στρατιωτών που έπεσαν κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο και τα οστά τους είναι κατεσπαρμένα στις πλαγιές της Κλεισούρας είναι καθαρό έργο ανθρωπιστικό και μόνο, πέρα από πολιτικές ή άλλες σκοπιμότητες. Επιτέλους, με την ευκαιρία της επίσκεψης του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας στα Τίρανα, να προχωρήσουν σε μια διακρατική συμφωνία και να δοθεί ένα τέλος σε ένα ανθρωπιστικό θέμα που έπρεπε πριν από χρόνια να διευθετηθεί.
Η καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών, για το οποίο μιλάει ο κ. Ντιτμίρ Μπουσάτι, δεν εξαρτάται από την Ελλάδα, η οποία κατ’ επανάληψη έχει δείξει δείγματα καλής θελήσεως, αλλά από το επίσημο αλβανικό κράτος που υποθάλπει και ενθαρρύνει ανεπίτρεπτες ενέργειες και πράξεις εναντίον του ελληνικού στοιχείου.
Οι δηλώσεις του κ. Μπουσάτι, ίσως να εξυπηρετούν εσωτερικές ισορροπίες στην Αλβανία, δεν βοηθούν, όμως, στην ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων μεταξύ των όμορων και συγγενικών χωρών.
περισυλλογή των νεκρών που έπεσαν κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο σε αλβανικά εδάφη, δηλώνοντας ότι «πρέπει να τερματίσει ο πόλεμος, προκειμένου να ξεκινήσουν όλες οι άλλες διεργασίες». Ακόμη, μιλώντας για τις σχέσεις των δύο γειτονικών χωρών, δήλωσε ότι πρέπει να υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός «ο ένας στον άλλον, στις συνταγματικές παραδόσεις και, φυσικά, να τηρούν τα πρότυπα που έχουν ως έμπνευση το διεθνές δίκαιο».
Σε όσα δήλωσε ο Υπουργός των Εξωτερικών της Αλβανίας απαντούμε ως εξής:
1. Το θέμα των Δωσίλογων Τσάμηδων της Θεσπρωτίας. Το ζήτημα αναζωπυρώθηκε τελευταία ως αντιπερισπασμός και αντίβαρο στο Βορειοηπειρωτικό πρόβλημα. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών ο δικτάτορας Πάγκαλος αποδέχτηκε την παραμονή των μουσουλμάνων Τσάμηδων στη Θεσπρωτία. Από τότε η Αλβανία κατέστη κηδεμόνας των Τσάμηδων και καλλιεργεί μεταξύ τους αλβανική συνείδηση.
Το θέμα των Τσάμηδων το εκμεταλλεύτηκε ο ιταλικός και γερμανικός στρατός Κατοχής στρέφοντάς τους εναντίον των Ελλήνων της Θεσπρωτίας. Έγινε άγρια εκμετάλλευση του θέματος.
Οι Ιταλοί και οι Αλβανοί συμφωνούν απόλυτα και σχεδιάζουν τους ρόλους που θα παίξουν οι Τσάμηδες στην Ήπειρο, ρόλος που αποκαλύφτηκε με την έκρηξη του Δευτέρου Μεγάλου Πολέμου, στα χρόνια της Κατοχής.
Οι Τσάμηδες συμμάχησαν με Γερμανούς και Ιταλούς και διέπραξαν αποτρόπαια εγκλήματα στην περιοχή. Η Θεσπρωτία υπέφερε. Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1943 εκτελούν απροσχημάτιστα 49 προκρίτους της Παραμυθιάς. Περισσότερες από 1.000 δολοφονίες και εκτελέσεις, 3.000 πυρπολήσεις σπιτιών. Μετά την κατάρρευση της Ιταλίας το 1943 οι Αλβανοί συνεχίζουν το εγκληματικό τους έργο εις βάρος των Ελλήνων, συνεργαζόμενοι με τους Γερμανούς.
Η φυγή τους ήταν αποτέλεσμα των εγκληματικών τους πράξεων. Έφυγαν για να αποφύγουν τη δίκαιη τιμωρία τους. Με το τέλος του πολέμου το Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων Ιωαννίνων, με απόφασή του καταδίκασε ερήμην Τσάμηδες, αρκετούς με την ποινή του θανάτου.
Οι Τσάμηδες, εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, έχουν καταδικαστεί από την ιστορία. Κάθε άλλη άποψη αποτελεί ιστορική παραχάραξη και διαστρέβλωση της αλήθειας.
2. Η Εθνική Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία. Η Ελληνική Μειονότητα που ζει στην αλβανική επικράτεια βιώνει καθημερινά την αβεβαιότητα σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Ζουν οι Έλληνες μειονοτικοί στη γη τους που είναι ζυμωμένη με αίμα, με δάκρυα και ιδρώτα. Και σήμερα, δυστυχώς, στα χρόνια του «πλουραλισμού» και της «δημοκρατίας» οι Βορειοηπειρώτες καταδυναστεύονται και ζουν με το φόβο για τη ζωή τους.
Γνωρίζει, ασφαλώς, η αλβανική κυβέρνηση ότι οι μειονότητες κατά το Διεθνές Δίκαιο αποτελεούν αντικείμενο ειδικής προστασίας. Η μειονότητα είναι πληθυσμιακή ομάδα που συνδέεται με συγκεκριμένη εδαφική περιοχή και βρίσκεται σε φυλετική, γλωσσική ή και θρησκευτική αντίθεση προς την υπέρτερη αριθμητικώς ομάδα του κράτους στο οποίο, από διάφορους λόγους, υπήχθησαν και ενσωματώθηκαν.
Οι συνθήκες των ετών 1919 και 1920 προέβλεπαν πλήρη ισότητα δικαιωμάτων, καθώς και τη διατήρηση του εθνικού χαρακτήρα των παραδόσεων και της φυλετικής φυσιογνωμίας των μειονοτικών πληθυσμών. Η τήρηση των μειονοτικών δικαιωμάτων είχε τεθεί υπό τον έλεγχο της ΚτΕ (Κοινωνία των Εθνών).
Μετά το 1945 τα προβλήματα στον μειονοτικό τομέα απλουστεύθηκαν και τέθηκαν υπό τον έλεγχο του ΟΗΕ (Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών).
Το θέμα με τους Έλληνες που ζουν στην Αλβανία είναι ζήτημα απόδοσης όλων των μειονοτικών δικαιωμάτων και, επομένως, θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ας εφαρμόσουν λοιπόν οι Αλβανοί τις διεθνείς συνθήκες για τις μειονότητες, χωρίς υπεκφυγές και κουτοπονηριές και να είναι βέβαιοι ότι οι Έλληνες, Αλβανοί πολίτες, με τρόπους που καλά γνωρίζουν, θα συνδράμουν και θα βοηθήσουν στην οικονομική, πολιτική, πολιτιστική και άλλη ανάπτυξη της χώρας.
Είναι καιρός οι Αλβανοί ηγέτες να αποδώσουν στους Βορειοηπειρώτες τα διεθνώς κατοχυρωμένα μειονοτικά δικαιώματα, καθώς και εκείνα που δικαιούνται ως Αλβανοί πολίτες.
3. Το εμπόλεμο και η ταφή των νεκρών: Η περίπτωση του εμπολέμου και εκείνη των νεκρών Ελλήνων που έπεσαν στον ελληνοϊταλικό πόλεμο είναι δύο γεγονότα ασύνδετα και τελείως διαφορετικά. Άλλη η περίπτωση της κατάργησης του εμπολέμου από την Ελλάδα και άλλη η περισυλλογή και ταφή των νεκρών. Η περισυλλογή και ταφή των Ελλήνων στρατιωτών που έπεσαν κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο και τα οστά τους είναι κατεσπαρμένα στις πλαγιές της Κλεισούρας είναι καθαρό έργο ανθρωπιστικό και μόνο, πέρα από πολιτικές ή άλλες σκοπιμότητες. Επιτέλους, με την ευκαιρία της επίσκεψης του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας στα Τίρανα, να προχωρήσουν σε μια διακρατική συμφωνία και να δοθεί ένα τέλος σε ένα ανθρωπιστικό θέμα που έπρεπε πριν από χρόνια να διευθετηθεί.
Η καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών, για το οποίο μιλάει ο κ. Ντιτμίρ Μπουσάτι, δεν εξαρτάται από την Ελλάδα, η οποία κατ’ επανάληψη έχει δείξει δείγματα καλής θελήσεως, αλλά από το επίσημο αλβανικό κράτος που υποθάλπει και ενθαρρύνει ανεπίτρεπτες ενέργειες και πράξεις εναντίον του ελληνικού στοιχείου.
Οι δηλώσεις του κ. Μπουσάτι, ίσως να εξυπηρετούν εσωτερικές ισορροπίες στην Αλβανία, δεν βοηθούν, όμως, στην ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων μεταξύ των όμορων και συγγενικών χωρών.