Ως ΣΦΕΒΑ χαιρετίζουμε την ευχάριστη είδηση της ενάρξεως της εκταφής των οστών των πεσόντων ελλήνων στρατιωτικών του έπους του 1940. Ωστόσο οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η αλβανική πλευρά απλά υλοποιεί τώρα, όσα η ίδια υπέγραψε πριν 7 ολόκληρα χρόνια και για την ώρα αποδέχεται ως νεκροταφεία τα δύο που ήδη υπάρχουν, στην Κλεισούρα και στους Βουλιαράτες Αργυροκάστρου. Δεν υφίσταται βεβαίως υπό τις συνθήκες αυτές κάποιος λόγος ιδιαίτερης ικανοποίησης από ελληνικής πλευράς για το αυτονόητο καθήκον της Αλβανίας να σεβαστεί τους νεκρούς του πολέμου μετά από σχεδόν 80 χρόνια!
Με βάση την πάγια πολιτική της Αλβανίας έναντι της ελληνικής κοινότητας της Βορείου Ηπείρου με τελικό σκοπό της εξαφάνισή της, δηλώνουμε προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν μπορεί να υπάρχει εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδος Αλβανίας χωρίς τον απόλυτο σεβασμό των δικαίων και δικαιωμάτων του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Ευχόμαστε ολόψυχα τα δύο κράτη να προχωρήσουν χωρίς αντιπαραθέσεις στο μέλλον και πιστεύουμε ότι η πατρίδα μας έχει κάνει όλα τα απαραίτητα βήματα για να το αποδείξει. Από την Αλβανία ακόμη περιμένουμε να κατασιγάσει ο ανθελληνισμός που εκπορεύεται όχι μόνο από τα ΜΜΕ και ακραίους κύκλους αλλά και από την ίδια την κυβέρνηση και το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα της γείτονος χώρας εναντίον όχι μόνο των βορειοηπειρωτών αλλά και εναντίον της ίδιας της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μας.
Πολύ άσχημα σχολιάστηκε από τους αδελφούς μας στην Κορυτσά το γεγονός ότι ο υπουργός εξωτερικών κατά την διάρκεια της τριήμερης παραμονής του στην πόλη, δεν βρήκε ούτε 10 λεπτά να αφιερώσει στον ελληνισμό της περιοχής. Στα αλήθεια ήταν τόσο δύσκολο να προγραμματισθεί μία ανεπίσημη επίσκεψη στην εκκλησία ή στο σχολείο ΟΜΗΡΟΣ που χρηματοδοτείται από το ίδιο το ελληνικό κράτος για να έλθει σε μία σύντομη, ανθρώπινη επαφή ο κ.Κοτζιάς με την ελληνική κοινότητα της πόλης; Ελπίζουμε αυτό να μην έγινε κατ’απαίτηση των Αλβανών!
Σημαντική εξέλιξη υπήρξε και η παροχή της αλβανικής υπηκοότητας στον Αρχιεπίσκοπο κ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟ. Μία οφειλόμενη ενέργεια της αλβανικής πολιτείας σε έναν άνθρωπο που ανασυγκρότησε την αλβανική ορθόδοξη εκκλησία και συνέβαλε στην στήριξη με ποικίλους τρόπους της αλβανικής κοινωνίας σε πολύ δύσκολους καιρούς. Ωστόσο η αυτονόητη αυτή υποχρέωση της αλβανικής πολιτείας θεωρούμε ότι κακώς μπήκε στη ζυγαριά των διμερών ελληνοαλβανικών σχέσεων. Δεν είναι νοητό δηλαδή αυτό το θέμα να είναι παγίως στην ατζέντα των διμερών θεμάτων και πιθανώς (επ’ αυτού πιο κατάλληλοι να μας ενημερώσουν είναι οι ιθύνοντες του υπουργείου εξωτερικών) να έδωσε η Ελλάδα κάτι άλλο ως αντάλλαγμα για την χορήγηση υπηκοότητας στον Αρχιεπίσκοπο. Το ζήτημα αυτό αφορούσε αποκλειστικά την αλβανική πολιτεία και μόνο και μέχρι τώρα αναδείκνυε την αγνωμοσύνη του αλβανικού πολιτικού συστήματος (τουλάχιστον της πλειοψηφίας του) έναντι του Αρχιεπισκόπου αποκλειστικά και μόνο λόγω της ελληνικής καταγωγής του.
Συμπερασματικά οι δύο κινήσεις «καλής θέλησης» στις οποίες φαίνεται ότι προέβη η Αλβανία και για τις οποίες βιάστηκαν να πανηγυρίσουν ορισμένοι στη χώρα μας, πιστεύουμε ότι δεν δικαιολογούν ελπίδες για ουσιαστική βελτίωση των σχέσεων. Αυτές θα πρέπει απαραιτήτως να περνούν μέσα από τον απόλυτο σεβασμό της ελληνικής μειονότητας στη Βόρειο Ήπειρο αλλά και την επαγρύπνηση για τυχόν ανακίνηση του υποτιθέμενος θέματος των Τσάμηδων. Διαφορετικά η πιθανή άρση των συνεπειών του εμπολέμου (που η ίδια η Αλβανία μας κήρυξε το 1940) θα έχει δυσάρεστες συνέπειες για την ελληνική πλευρά που στο μέλλον θα βρει μπροστά της περισσότερα θέματα από αυτά που νομίζει ότι κατορθώνει τώρα βιαστικά να κλείσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου